Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀνδροθέα
ἀνδρόθεν
ἀνδροθνής
ἀνδροκάπηλος
ἀνδροκάπραινα
ἀνδρόκλας
ἀνδροκμής
ἀνδρόκμητος
ἀνδροκόβαλος
ἀνδροκοιτέω
ἀνδροκόρινθος
ἀνδροκτασία
ἀνδροκτασίη
ἀνδροκτονεῖον
ἀνδροκτονέω
ἀνδροκτόνος
ἀνδρόλαλος
ἀνδρολέτειρα
ἀνδροληπτέω
ἀνδροληψία
ἀνδρολήψιον
View word page
ἀνδροκόρινθος
a Man-Corinth
ShortDef
a Man-Corinth
Debugging
Headword:
ἀνδροκόρινθος
Headword (normalized):
ἀνδροκόρινθος
Headword (normalized/stripped):
ανδροκορινθος
IDX:
6922
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-6923
Key:
Data
{'content': 'a Man-Corinth'}