Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
περισσολογία
περισσολόγος
περισσόλοφος
περισσομελής
περισσόμυθος
περισσόνοος
περισσοπαθέω
περισσοποιός
περισσόπους
περισσός
περισσόσαρκος
περισσοσυλλαβέω
περισσοσύλλαβος
περισσοταγής
περισσοτεχνία
περισσότης
περισσοτρύφητος
περισσόφρων
περισσοχορηγία
περίσσωμα
περισσωματικός
View word page
περισσόσαρκος
over-fleshy
ShortDef
over-fleshy
Debugging
Headword:
περισσόσαρκος
Headword (normalized):
περισσόσαρκος
Headword (normalized/stripped):
περισσοσαρκος
IDX:
69220
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-69221
Key:
Data
{'content': 'over-fleshy'}