Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀνδροελής
ἀνδροθέα
ἀνδρόθεν
ἀνδροθνής
ἀνδροκάπηλος
ἀνδροκάπραινα
ἀνδρόκλας
ἀνδροκμής
ἀνδρόκμητος
ἀνδροκόβαλος
ἀνδροκοιτέω
ἀνδροκόρινθος
ἀνδροκτασία
ἀνδροκτασίη
ἀνδροκτονεῖον
ἀνδροκτονέω
ἀνδροκτόνος
ἀνδρόλαλος
ἀνδρολέτειρα
ἀνδροληπτέω
ἀνδροληψία
View word page
ἀνδροκοιτέω
sleep with a man

ShortDef

sleep with a man

Debugging

Headword:
ἀνδροκοιτέω
Headword (normalized):
ἀνδροκοιτέω
Headword (normalized/stripped):
ανδροκοιτεω
IDX:
6921
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-6922
Key:

Data

{'content': 'sleep with a man'}