Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

περίσπλαγχνος
περισπογγίζω
περισπογγισμός
περισπόρια
περισπουδάζω
περισπούδαστος
περίσπουδος
περισπωμένως
περισσάδελφος
περισσαίνω
περισσάκις
περισσάρτιος
περισσεία
περίσσευμα
περισσεύω
περισσογονία
περισσοδάκτυλος
περισσοειδής
περισσοεπέω
περισσοκαλλής
περισσόκομος
View word page
περισσάκις
taken an odd number of times, multiplied by an odd number

ShortDef

taken an odd number of times, multiplied by an odd number

Debugging

Headword:
περισσάκις
Headword (normalized):
περισσάκις
Headword (normalized/stripped):
περισσακις
IDX:
69198
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-69199
Key:

Data

{'content': 'taken an odd number of times, multiplied by an odd number'}