Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

περιρρίπτω
περιρρογχάζω
περιρροή
περίρροια
περιρρομβέω
περίρροος
περιρροπή
περιρρυής
περίρρυπος
περιρρύπτω
περίρρυσις
περίρρυτος
περιρρώξ
περισαίνω
περισαλπίζω
περισαλπισμός
περίσαξις
περισαρκίζω
περισαρκισμός
περισαρκιστέον
περίσαρκος
View word page
περίρρυσις
violent discharge

ShortDef

violent discharge

Debugging

Headword:
περίρρυσις
Headword (normalized):
περίρρυσις
Headword (normalized/stripped):
περιρρυσις
IDX:
69103
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-69104
Key:

Data

{'content': 'violent discharge'}