Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

περιρραντής
περιρραντισμός
περιρραπίζω
περιρράπτρια
περιρράπτω
περιρράσσω
περιρρέζω
περιρρέμβομαι
περιρρεπής
περιρρέπω
περίρρεψις
περιρρέω
περιρρήγνυμι
περιρρήδην
περιρρηδής
περίρρηξις
περιρρήσσω
περιρρητινόομαι
περιρρίπτω
περιρρογχάζω
περιρροή
View word page
περίρρεψις
slipping to one side

ShortDef

slipping to one side

Debugging

Headword:
περίρρεψις
Headword (normalized):
περίρρεψις
Headword (normalized/stripped):
περιρρεψις
IDX:
69085
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-69086
Key:

Data

{'content': 'slipping to one side'}