Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

περιπυκάζω
περίπυρον
περίπυστος
περιπωμάζω
περιρραγής
περιρραίνω
περίρραμμα
περίρρανσις
περιρραντήριον
περιρραντής
περιρραντισμός
περιρραπίζω
περιρράπτρια
περιρράπτω
περιρράσσω
περιρρέζω
περιρρέμβομαι
περιρρεπής
περιρρέπω
περίρρεψις
περιρρέω
View word page
περιρραντισμός
sprinkling with water

ShortDef

sprinkling with water

Debugging

Headword:
περιρραντισμός
Headword (normalized):
περιρραντισμός
Headword (normalized/stripped):
περιρραντισμος
IDX:
69076
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-69077
Key:

Data

{'content': 'sprinkling with water'}