Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

περιπορπάομαι
περιπόρπημα
περιπόρφυρος
περιποτάομαι
περίποτος
περίπου
περίπους
περιπρακτορία
περίπρησις
περιπρό
περιπροβάλλω
περιπροθέω
περιπροχέομαι
περιπροχέω
περιπταίω
περιπτέρνια
περιπτερνίς
περίπτερος
περιπτίσματα
περιπτίσσω
περίπτυγμα
View word page
περιπροβάλλω
throw round before

ShortDef

throw round before

Debugging

Headword:
περιπροβάλλω
Headword (normalized):
περιπροβάλλω
Headword (normalized/stripped):
περιπροβαλλω
IDX:
69044
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-69045
Key:

Data

{'content': 'throw round before'}