Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
περίπολις
περιπολιστικός
περιπολλόν
περίπολος
περιπομπεύω
περιπομπή
περιπονέω
περιπόνηρος
περιπορεύομαι
περιπορπάομαι
περιπόρπημα
περιπόρφυρος
περιποτάομαι
περίποτος
περίπου
περίπους
περιπρακτορία
περίπρησις
περιπρό
περιπροβάλλω
περιπροθέω
View word page
περιπόρπημα
that which is so fastened
ShortDef
that which is so fastened
Debugging
Headword:
περιπόρπημα
Headword (normalized):
περιπόρπημα
Headword (normalized/stripped):
περιπορπημα
IDX:
69035
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-69036
Key:
Data
{'content': 'that which is so fastened'}