Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

περιποιητός
περιποικίλλομαι
περιποίκιλος
περιποιπνύω
περιπολαῖος
περιπολάρχης
περιπολέω
περιπόλησις
περιπολίζω
περιπόλιον
περιπόλιος
περίπολις
περιπολιστικός
περιπολλόν
περίπολος
περιπομπεύω
περιπομπή
περιπονέω
περιπόνηρος
περιπορεύομαι
περιπορπάομαι
View word page
περιπόλιος
lying round

ShortDef

lying round

Debugging

Headword:
περιπόλιος
Headword (normalized):
περιπόλιος
Headword (normalized/stripped):
περιπολιος
IDX:
69024
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-69025
Key:

Data

{'content': 'lying round'}