Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

περιποιητικός
περιποιητός
περιποικίλλομαι
περιποίκιλος
περιποιπνύω
περιπολαῖος
περιπολάρχης
περιπολέω
περιπόλησις
περιπολίζω
περιπόλιον
περιπόλιος
περίπολις
περιπολιστικός
περιπολλόν
περίπολος
περιπομπεύω
περιπομπή
περιπονέω
περιπόνηρος
περιπορεύομαι
View word page
περιπόλιον
a station for περίπολοι, guard house, fort

ShortDef

a station for περίπολοι, guard house, fort

Debugging

Headword:
περιπόλιον
Headword (normalized):
περιπόλιον
Headword (normalized/stripped):
περιπολιον
IDX:
69023
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-69024
Key:

Data

{'content': 'a station for περίπολοι, guard house, fort'}