Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

περιπλούσιος
περίπλυμα
περιπλύνω
περίπλυσις
περιπνέω
περιπνιγή
περιπνιγής
περιπνίγω
περιπνοή
περίπνοος
περιπόδιος
περιπόθητος
περιποιέω
περιποίημα
περιποίησις
περιποιητικός
περιποιητός
περιποικίλλομαι
περιποίκιλος
περιποιπνύω
περιπολαῖος
View word page
περιπόδιος
going round the feet

ShortDef

going round the feet

Debugging

Headword:
περιπόδιος
Headword (normalized):
περιπόδιος
Headword (normalized/stripped):
περιποδιος
IDX:
69008
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-69009
Key:

Data

{'content': 'going round the feet'}