Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀνδρίζω
ἀνδρικός
ἀνδρίον
Ἄνδριος
ἀνδρίς
ἄνδρισμα
ἀνδριστέον
ἀνδριστέος
ἀνδριστί
ἀνδροβάμων
ἀνδροβασμός
ἀνδροβατέω
ἀνδροβάτης
ἀνδρόβιος
ἀνδροβόρος
ἀνδρόβουλος
ἀνδροβρώς
ἀνδρογένεια
Ἀνδρόγεως
ἀνδρογίγας
ἀνδρογόνος
View word page
ἀνδροβασμός
foot-path
ShortDef
foot-path
Debugging
Headword:
ἀνδροβασμός
Headword (normalized):
ἀνδροβασμός
Headword (normalized/stripped):
ανδροβασμος
IDX:
6896
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-6897
Key:
Data
{'content': 'foot-path'}