Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

περιπετάννυμι
περιπεταστός
περιπέτεια
περιπετής
περιπετικός
περιπέτομαι
περιπετρίζομαι
περίπετρος
περιπευκής
περιπεφρασμένως
περιπεφυλαγμένως
περιπηγής
περίπηγμα
περιπήγνυμι
περιπηδάω
περιπηλόω
περιπήλωσις
περίπηξις
περιπηχύνω
περιπιαίνω
περιπιέζω
View word page
περιπεφυλαγμένως
very cautiously

ShortDef

very cautiously

Debugging

Headword:
περιπεφυλαγμένως
Headword (normalized):
περιπεφυλαγμένως
Headword (normalized/stripped):
περιπεφυλαγμενως
IDX:
68947
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-68948
Key:

Data

{'content': 'very cautiously'}