Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

περιπέσσω
περιπεταλόω
περιπετάννυμι
περιπεταστός
περιπέτεια
περιπετής
περιπετικός
περιπέτομαι
περιπετρίζομαι
περίπετρος
περιπευκής
περιπεφρασμένως
περιπεφυλαγμένως
περιπηγής
περίπηγμα
περιπήγνυμι
περιπηδάω
περιπηλόω
περιπήλωσις
περίπηξις
περιπηχύνω
View word page
περιπευκής
very sharp, keen

ShortDef

very sharp, keen

Debugging

Headword:
περιπευκής
Headword (normalized):
περιπευκής
Headword (normalized/stripped):
περιπευκης
IDX:
68945
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-68946
Key:

Data

{'content': 'very sharp, keen'}