Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
περιπατητής
περιπατητικός
περίπατος
περιπαύομαι
περιπαχνόομαι
περιπέζια
περιπέζιος
περιπείρω
περιπέλομαι
περίπεμπτος
περιπέμπω
περίπεμψις
περίπεπτος
περιπέσσω
περιπεταλόω
περιπετάννυμι
περιπεταστός
περιπέτεια
περιπετής
περιπετικός
περιπέτομαι
View word page
περιπέμπω
to send round
ShortDef
to send round
Debugging
Headword:
περιπέμπω
Headword (normalized):
περιπέμπω
Headword (normalized/stripped):
περιπεμπω
IDX:
68932
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-68933
Key:
Data
{'content': 'to send round'}