Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
περιπαθής
περιπάθησις
περιπαιφάσσω
περιπαίω
περιπάλαξις
περιπαλάσσομαι
περιπάλλομαι
περιπαμφανάω
περιπαπταίνω
περιπάσσω
περίπαστος
περιπατέω
περιπάτησις
περιπατητής
περιπατητικός
περίπατος
περιπαύομαι
περιπαχνόομαι
περιπέζια
περιπέζιος
περιπείρω
View word page
περίπαστος
sprinkled over
ShortDef
sprinkled over
Debugging
Headword:
περίπαστος
Headword (normalized):
περίπαστος
Headword (normalized/stripped):
περιπαστος
IDX:
68919
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-68920
Key:
Data
{'content': 'sprinkled over'}