Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

περίνεως
περίνημα
περίνησος
περινήχομαι
Περίνθιος
Πέρινθος
περινίζω
περινίσομαι
περινοέω
περινόησις
περινοητικός
περίνοια
περινομή
περίνοος
περινοστέω
περινόστησις
περινοτίζω
περινότισις
πέριξ
περιξαίνομαι
περιξαμενῶς
View word page
περινοητικός
thoughtful

ShortDef

thoughtful

Debugging

Headword:
περινοητικός
Headword (normalized):
περινοητικός
Headword (normalized/stripped):
περινοητικος
IDX:
68815
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-68816
Key:

Data

{'content': 'thoughtful'}