Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

περινεύω
περινέφελος
περίνεφρος
περινέω
περινέω2
περίνεως
περίνημα
περίνησος
περινήχομαι
Περίνθιος
Πέρινθος
περινίζω
περινίσομαι
περινοέω
περινόησις
περινοητικός
περίνοια
περινομή
περίνοος
περινοστέω
περινόστησις
View word page
Πέρινθος
Perinthus

ShortDef

Perinthus

Debugging

Headword:
Πέρινθος
Headword (normalized):
πέρινθος
Headword (normalized/stripped):
περινθος
IDX:
68810
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-68811
Key:

Data

{'content': 'Perinthus'}