Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
περινάω
περινέμομαι
περινενοημένως
περίνεος
περίνευσις
περινεύω
περινέφελος
περίνεφρος
περινέω
περινέω2
περίνεως
περίνημα
περίνησος
περινήχομαι
Περίνθιος
Πέρινθος
περινίζω
περινίσομαι
περινοέω
περινόησις
περινοητικός
View word page
περίνεως
a supercargo
ShortDef
a supercargo
Debugging
Headword:
περίνεως
Headword (normalized):
περίνεως
Headword (normalized/stripped):
περινεως
IDX:
68805
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-68806
Key:
Data
{'content': 'a supercargo'}