Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

ἀγορήτης
ἀγορητής
ἀγορητύς
ἀγορῆφι
ἀγός
ἄγος
ἄγος2
ἀγοστός
ἄγουρος
ἄγρα
Ἄγρα
Ἀγραϊκός
Ἀγραῖος
ἀγραῖος
Ἀγραΐς
ἀγραμματία
ἀγράμματος
ἄγραμμος
ἄγραπτος
ἀγραυλέω
ἀγραυλής
View word page
Ἄγρα
Agra, Agrae

ShortDef

a catching, hunting
Agra, Agrae

Debugging

Headword:
Ἄγρα
Headword (normalized):
ἄγρα
Headword (normalized/stripped):
αγρα
IDX:
687
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-688
Key:

Data

{'content': 'Agra, Agrae'}