Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
περιμήρια
περιμηρύομαι
περίμητρος
περιμηχανάομαι
περιμινύθω
περιμολυβδοχοέω
περιμοτόω
περιμοχθέω
περιμυδάω
περιμυκάομαι
περιμυκής
περιμύρομαι
περιναιετάω
περιναιέτης
περινάϊος
περιναίω
περιναύτιος
περινάω
περινέμομαι
περινενοημένως
περίνεος
View word page
περιμυκής
loud-bellowing
ShortDef
loud-bellowing
Debugging
Headword:
περιμυκής
Headword (normalized):
περιμυκής
Headword (normalized/stripped):
περιμυκης
IDX:
68788
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-68789
Key:
Data
{'content': 'loud-bellowing'}