Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

περιμετωπίδιος
περιμηκάομαι
περιμήκετος
περιμήκης
περιμήρια
περιμηρύομαι
περίμητρος
περιμηχανάομαι
περιμινύθω
περιμολυβδοχοέω
περιμοτόω
περιμοχθέω
περιμυδάω
περιμυκάομαι
περιμυκής
περιμύρομαι
περιναιετάω
περιναιέτης
περινάϊος
περιναίω
περιναύτιος
View word page
περιμοτόω
dress a wound with lint

ShortDef

dress a wound with lint

Debugging

Headword:
περιμοτόω
Headword (normalized):
περιμοτόω
Headword (normalized/stripped):
περιμοτοω
IDX:
68784
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-68785
Key:

Data

{'content': 'dress a wound with lint'}