Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

περιμεμφής
περιμενεαίνω
περιμενετέον
περιμένω
περίμεσος
περίμεστος
περιμετρέω
περίμετρον
περίμετρος
περιμετωπίδιος
περιμηκάομαι
περιμήκετος
περιμήκης
περιμήρια
περιμηρύομαι
περίμητρος
περιμηχανάομαι
περιμινύθω
περιμολυβδοχοέω
περιμοτόω
περιμοχθέω
View word page
περιμηκάομαι
bleat round

ShortDef

bleat round

Debugging

Headword:
περιμηκάομαι
Headword (normalized):
περιμηκάομαι
Headword (normalized/stripped):
περιμηκαομαι
IDX:
68775
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-68776
Key:

Data

{'content': 'bleat round'}