Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

περιλάλησις
περιλάλητος
περίλαλος
περιλαμβάνω
περιλαμπής
περιλάμπω
περίλαμψις
περιλάπτω
περιλεγνής
περιλέγω
περίλειμμα
περιλείπομαι
περιλείχω
περίλεξις
περιλέπω
περιλεσχήνευτος
περιλευκαίνω
περίλευκος
περίλημμα
περιληπτικός
περιληπτός
View word page
περίλειμμα
remainder, residue

ShortDef

remainder, residue

Debugging

Headword:
περίλειμμα
Headword (normalized):
περίλειμμα
Headword (normalized/stripped):
περιλειμμα
IDX:
68723
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-68724
Key:

Data

{'content': 'remainder, residue'}