Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

περικύκλωσις
περικυλινδέω
περικύλισις
περικυμαίνω
περικύμων
περικυρτόομαι
περίκυρτος
περικυτόω
περικυφόομαι
περίκυφος
περικωκύω
περικωμάζω
περικωνέω
περιλακίζω
περιλαλέω
περιλάλημα
περιλάλησις
περιλάλητος
περίλαλος
περιλαμβάνω
περιλαμπής
View word page
περικωκύω
wail around

ShortDef

wail around

Debugging

Headword:
περικωκύω
Headword (normalized):
περικωκύω
Headword (normalized/stripped):
περικωκυω
IDX:
68707
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-68708
Key:

Data

{'content': 'wail around'}