Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
περικονδυλοπωροφίλα
περικονιάω
περικοπή
περικοπίς
περικοπτέον
περικόπτω
περικορδακίζω
περικόρημα
περικοσμέω
περικόσμιος
περίκουρος
περικόχλιον
περικράζω
περικράνιος
περίκρανον
περικρατέω
περικρατής
περικράτησις
περικρεμάννυμι
περικρεμής
περίκρημνος
View word page
περίκουρος
shorn all round
ShortDef
shorn all round
Debugging
Headword:
περίκουρος
Headword (normalized):
περίκουρος
Headword (normalized/stripped):
περικουρος
IDX:
68665
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-68666
Key:
Data
{'content': 'shorn all round'}