Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

περικοιμάομαι
περικοκκάζω
περικολάπτω
περικολλάω
περικολούω
περικολπίζω
περικομιδή
περικομίζω
περίκομμα
περίκομος
περικομπέω
περίκομψος
περικονδυλοπωροφίλα
περικονιάω
περικοπή
περικοπίς
περικοπτέον
περικόπτω
περικορδακίζω
περικόρημα
περικοσμέω
View word page
περικομπέω
sound round about

ShortDef

sound round about

Debugging

Headword:
περικομπέω
Headword (normalized):
περικομπέω
Headword (normalized/stripped):
περικομπεω
IDX:
68653
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-68654
Key:

Data

{'content': 'sound round about'}