Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

περικνήμια
περικνημίς
περικνίδιον
περικνίζω
περικνύω
περικοιμάομαι
περικοκκάζω
περικολάπτω
περικολλάω
περικολούω
περικολπίζω
περικομιδή
περικομίζω
περίκομμα
περίκομος
περικομπέω
περίκομψος
περικονδυλοπωροφίλα
περικονιάω
περικοπή
περικοπίς
View word page
περικολπίζω
sail round a bay

ShortDef

sail round a bay

Debugging

Headword:
περικολπίζω
Headword (normalized):
περικολπίζω
Headword (normalized/stripped):
περικολπιζω
IDX:
68648
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-68649
Key:

Data

{'content': 'sail round a bay'}