Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
περικλυτός
περικλώζομαι
περικνήμια
περικνημίς
περικνίδιον
περικνίζω
περικνύω
περικοιμάομαι
περικοκκάζω
περικολάπτω
περικολλάω
περικολούω
περικολπίζω
περικομιδή
περικομίζω
περίκομμα
περίκομος
περικομπέω
περίκομψος
περικονδυλοπωροφίλα
περικονιάω
View word page
περικολλάω
glue all round
ShortDef
glue all round
Debugging
Headword:
περικολλάω
Headword (normalized):
περικολλάω
Headword (normalized/stripped):
περικολλαω
IDX:
68646
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-68647
Key:
Data
{'content': 'glue all round'}