Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

περικλείω
περικλῄζω
περικλήϊστος
Περικλῆς
περικλινής
περίκλινον
περικλίνω
περίκλισις
περικλιτέον
περίκλιτρον
περικλονέω
περικλύδην
περικλύζω
περικλύμενον
περίκλυσις
περίκλυσμα
περικλυσμός
περίκλυστος
περικλυτός
περικλώζομαι
περικνήμια
View word page
περικλονέω
stir up all round

ShortDef

stir up all round

Debugging

Headword:
περικλονέω
Headword (normalized):
περικλονέω
Headword (normalized/stripped):
περικλονεω
IDX:
68628
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-68629
Key:

Data

{'content': 'stir up all round'}