Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
περίκλεισις
περίκλεισμα
περικλειστικός
περικλειτός
περικλείω
περικλῄζω
περικλήϊστος
Περικλῆς
περικλινής
περίκλινον
περικλίνω
περίκλισις
περικλιτέον
περίκλιτρον
περικλονέω
περικλύδην
περικλύζω
περικλύμενον
περίκλυσις
περίκλυσμα
περικλυσμός
View word page
περικλίνω
to decline
ShortDef
to decline
Debugging
Headword:
περικλίνω
Headword (normalized):
περικλίνω
Headword (normalized/stripped):
περικλινω
IDX:
68624
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-68625
Key:
Data
{'content': 'to decline'}