Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

περικίων
περικλαδής
περικλάζω
περικλαίω
περίκλασις
περικλάω
περικλεής
Περίκλειος
περίκλεισις
περίκλεισμα
περικλειστικός
περικλειτός
περικλείω
περικλῄζω
περικλήϊστος
Περικλῆς
περικλινής
περίκλινον
περικλίνω
περίκλισις
περικλιτέον
View word page
περικλειστικός
able to enclose

ShortDef

able to enclose

Debugging

Headword:
περικλειστικός
Headword (normalized):
περικλειστικός
Headword (normalized/stripped):
περικλειστικος
IDX:
68616
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-68617
Key:

Data

{'content': 'able to enclose'}