Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

περικήδομαι
περίκηλος
περίκηπος
περικινδυνευτικός
περικινέω
περικίσναμαι
περικίων
περικλαδής
περικλάζω
περικλαίω
περίκλασις
περικλάω
περικλεής
Περίκλειος
περίκλεισις
περίκλεισμα
περικλειστικός
περικλειτός
περικλείω
περικλῄζω
περικλήϊστος
View word page
περίκλασις
ruggedness

ShortDef

ruggedness

Debugging

Headword:
περίκλασις
Headword (normalized):
περίκλασις
Headword (normalized/stripped):
περικλασις
IDX:
68610
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-68611
Key:

Data

{'content': 'ruggedness'}