Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

περικέφαλον
περικήδομαι
περίκηλος
περίκηπος
περικινδυνευτικός
περικινέω
περικίσναμαι
περικίων
περικλαδής
περικλάζω
περικλαίω
περίκλασις
περικλάω
περικλεής
Περίκλειος
περίκλεισις
περίκλεισμα
περικλειστικός
περικλειτός
περικλείω
περικλῄζω
View word page
περικλαίω
stand weeping round

ShortDef

stand weeping round

Debugging

Headword:
περικλαίω
Headword (normalized):
περικλαίω
Headword (normalized/stripped):
περικλαιω
IDX:
68609
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-68610
Key:

Data

{'content': 'stand weeping round'}