Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

περικαυστέον
περίκαυστος
περίκειμαι
περικειμένως
περικείρω
περικεκαλυμμένως
περικεκλεισμένως
περικεντέω
περικεράννυμι
περικεράω
περικερδής
περικεφαλαία
περικεφάλαιος
περικέφαλον
περικήδομαι
περίκηλος
περίκηπος
περικινδυνευτικός
περικινέω
περικίσναμαι
περικίων
View word page
περικερδής
very grasping

ShortDef

very grasping

Debugging

Headword:
περικερδής
Headword (normalized):
περικερδής
Headword (normalized/stripped):
περικερδης
IDX:
68596
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-68597
Key:

Data

{'content': 'very grasping'}