Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

περικάτω
περικατωτροπή
περίκαυσις
περικαυστέον
περίκαυστος
περίκειμαι
περικειμένως
περικείρω
περικεκαλυμμένως
περικεκλεισμένως
περικεντέω
περικεράννυμι
περικεράω
περικερδής
περικεφαλαία
περικεφάλαιος
περικέφαλον
περικήδομαι
περίκηλος
περίκηπος
περικινδυνευτικός
View word page
περικεντέω
pierce on all sides

ShortDef

pierce on all sides

Debugging

Headword:
περικεντέω
Headword (normalized):
περικεντέω
Headword (normalized/stripped):
περικεντεω
IDX:
68593
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-68594
Key:

Data

{'content': 'pierce on all sides'}