Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

περικατακλάω
περικαταλαμβάνω
περικαταλείπω
περικατάληπτος
περικατάληψις
περικαταμάσσω
περικαταπίπτω
περικαταρρέω
περικαταρρήγνυμι
περικαταστρέφω
περικατασφάζω
περικατατίθεμαι
περικαταχέω
περικατεάσσω
περικατέχω
περικάτω
περικατωτροπή
περίκαυσις
περικαυστέον
περίκαυστος
περίκειμαι
View word page
περικατασφάζω
slaughter over

ShortDef

slaughter over

Debugging

Headword:
περικατασφάζω
Headword (normalized):
περικατασφάζω
Headword (normalized/stripped):
περικατασφαζω
IDX:
68578
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-68579
Key:

Data

{'content': 'slaughter over'}