Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

περικαλυπτέα
περικαλύπτω
περικαλυφή
περικάμνω
περικαμπή
περικαμπής
περικάμπτω
περίκαμψις
περικάρδιος
περικαρπιάκανθος
περικάρπιον
περικαρφισμός
περικαταβάλλω
περικαταγματική
περικατάγνυμι
περικατακλάω
περικαταλαμβάνω
περικαταλείπω
περικατάληπτος
περικατάληψις
περικαταμάσσω
View word page
περικάρπιον
case of fruit

ShortDef

case of fruit

Debugging

Headword:
περικάρπιον
Headword (normalized):
περικάρπιον
Headword (normalized/stripped):
περικαρπιον
IDX:
68563
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-68564
Key:

Data

{'content': 'case of fruit'}