Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

περιιππεύω
περίισος
περιίστημι
περιισχναίνομαι
περιιτέον
περιιχνεύω
περικαγχαλάω
περικαής
περικαθαίρω
περικαθάπτω
περικαθαρίζω
περικάθαρμα
περικάθαρσις
περικαθαρτήρια
περικαθαρτής
περικάθημαι
περικαθίεμαι
περικαθίζω
περικάθισις
περικαθίσταμαι
περικαίνυμαι
View word page
περικαθαρίζω
purge entirely

ShortDef

purge entirely

Debugging

Headword:
περικαθαρίζω
Headword (normalized):
περικαθαρίζω
Headword (normalized/stripped):
περικαθαριζω
IDX:
68534
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-68535
Key:

Data

{'content': 'purge entirely'}