Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
περιθλίβω
περιθνῄσκω
περιθραύω
περιθρεκτέον
περιθρηνέομαι
περιθριγκόω
περίθριξ
περιθρομβόομαι
περιθρόνιος
περιθρυλέω
περιθρύλητος
περιθρύπτω
περιθυμιάω
περίθυμος
περιθυρέω
περίθυρον
περιιάλλω
περιιάπτω
περιιάχω
περιιδνόομαι
περιιδρόω
View word page
περιθρύλητος
famous
ShortDef
famous
Debugging
Headword:
περιθρύλητος
Headword (normalized):
περιθρύλητος
Headword (normalized/stripped):
περιθρυλητος
IDX:
68509
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-68510
Key:
Data
{'content': 'famous'}