Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
περιθαρσύνω
περιθεάομαι
περιθειόω
περιθείωμα
περιθείωσις
περίθεμα
περίθερμος
περιθέσιμος
περίθεσις
περιθετέον
περίθετος
περιθέω
περιθεωρέω
περιθήκη
περίθλασις
περιθλάω
περιθλίβω
περιθνῄσκω
περιθραύω
περιθρεκτέον
περιθρηνέομαι
View word page
περίθετος
put round
ShortDef
put round
Debugging
Headword:
περίθετος
Headword (normalized):
περίθετος
Headword (normalized/stripped):
περιθετος
IDX:
68493
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-68494
Key:
Data
{'content': 'put round'}