Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

περιζώννυμι
περίζωσις
περιζώστρα
περιηγέομαι
περιήγημα
περιηγηματικός
περιηγής
περιήγησις
περιηγητής
περιηγητικός
περιηγητός
περιήθημα
περιήκω
περιήλυσις
περιημεκτέω
περιηχέω
περιήχημα
περιήχησις
περιηχητικός
περιθαλπής
περιθαλπτέον
View word page
περιηγητός
with a border round it

ShortDef

with a border round it

Debugging

Headword:
περιηγητός
Headword (normalized):
περιηγητός
Headword (normalized/stripped):
περιηγητος
IDX:
68469
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-68470
Key:

Data

{'content': 'with a border round it'}