Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
περιείλημα
περιείλησις
περιείλω
περίειμι
περίειμι2
περιείρω
περιεκλεπτύνω
περιεκτικός
περιεκχέομαι
περιέλασις
περιελαύνω
περιέλευσις
περιελιγμός
περιέλιξις
περιελίσσω
περιελκυσμός
περιέλκω
περιεμφανίζω
περιέννυμι
περιεξαιρέω
περιεξανθέω
View word page
περιελαύνω
to drive round
ShortDef
to drive round
Debugging
Headword:
περιελαύνω
Headword (normalized):
περιελαύνω
Headword (normalized/stripped):
περιελαυνω
IDX:
68416
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-68417
Key:
Data
{'content': 'to drive round'}