Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

περιδρομή
περιδρομικός
περιδρομίς
περίδρομος
περίδρομος2
περιδρύπτω
περιδύω
περιεγείρω
περιεγκεντρίζω
περιειλάς
περιείλημα
περιείλησις
περιείλω
περίειμι
περίειμι2
περιείρω
περιεκλεπτύνω
περιεκτικός
περιεκχέομαι
περιέλασις
περιελαύνω
View word page
περιείλημα
that which is wrapped round

ShortDef

that which is wrapped round

Debugging

Headword:
περιείλημα
Headword (normalized):
περιείλημα
Headword (normalized/stripped):
περιειλημα
IDX:
68406
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-68407
Key:

Data

{'content': 'that which is wrapped round'}