Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
περιδιπλόω
περιδίω
περιδιώκω
περιδνοφέω
περιδομέω
περιδόμημα
περιδορά
περίδοσις
περίδραξις
περιδράσσομαι
περιδρομεύς
περιδρομή
περιδρομικός
περιδρομίς
περίδρομος
περίδρομος2
περιδρύπτω
περιδύω
περιεγείρω
περιεγκεντρίζω
περιειλάς
View word page
περιδρομεύς
ambitiosus
ShortDef
ambitiosus
Debugging
Headword:
περιδρομεύς
Headword (normalized):
περιδρομεύς
Headword (normalized/stripped):
περιδρομευς
IDX:
68395
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-68396
Key:
Data
{'content': 'ambitiosus'}