Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

περίδεσις
περιδεσμεύω
περιδέσμιος
περίδεσμος
περίδετος
περιδέω
περίδηλος
περίδημα
περιδηριάω
περιδήριτος
περιδιαιρέω
περιδιαρθρόομαι
περιδιατείνω
περιδίδομαι
περιδίδωμι
περιδιείρω
περιδινεύω
περιδινέω
περιδινής
περιδίνησις
περιδινήτειρα
View word page
περιδιαιρέω
part off, remove all round

ShortDef

part off, remove all round

Debugging

Headword:
περιδιαιρέω
Headword (normalized):
περιδιαιρέω
Headword (normalized/stripped):
περιδιαιρεω
IDX:
68371
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-68372
Key:

Data

{'content': 'part off, remove all round'}