Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἄνδημα
ἀνδηρευτής
ἄνδηρον
ἀνδίκτης
ἄνδιχα
ἀνδοκεία
ἀνδοκιάρχης
Ἀνδοκίδης
ἀνδραγαθέω
ἀνδραγάθημα
ἀνδραγαθία
ἀνδραγαθίζομαι
ἀνδραγαθικός
ἀνδράγρια
ἄνδραγχος
ἀνδράδελφος
Ἀνδραιμονίδης
Ἀνδραίμων
ἀνδρακάς
ἀνδρακάς2
ἀνδραποδίζω
View word page
ἀνδραγαθία
bravery, manly virtue, the character of a brave honest man
ShortDef
bravery, manly virtue, the character of a brave honest man
Debugging
Headword:
ἀνδραγαθία
Headword (normalized):
ἀνδραγαθία
Headword (normalized/stripped):
ανδραγαθια
IDX:
6836
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-6837
Key:
Data
{'content': 'bravery, manly virtue, the character of a brave honest man'}