Scaife ATLAS

Back to dictionaries

Short Defs

περιγίγνομαι
περιγλαγής
περιγληνάομαι
περίγλισχρος
περίγλυκυς
περιγλυπτέον
περιγλυφή
περίγλυφον
περιγλύφω
περίγλυψις
περίγλωσσος
περιγλωττίς
περιγνάμπτω
περιγογγύζω
περιγομφάομαι
περίγομφος
περιγονατίς
περίγρα
περίγραμμα
περιγραπτέον
περιγραπτέος
View word page
περίγλωσσος
ready of tongue

ShortDef

ready of tongue

Debugging

Headword:
περίγλωσσος
Headword (normalized):
περίγλωσσος
Headword (normalized/stripped):
περιγλωσσος
IDX:
68320
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-68321
Key:

Data

{'content': 'ready of tongue'}