Scaife ATLAS
Back to dictionaries
Short Defs
ἀναψυχή
ἀναψύχω
ἀνδαβάτης
ἁνδάνω
ἀνδέρω
ἄνδημα
ἀνδηρευτής
ἄνδηρον
ἀνδίκτης
ἄνδιχα
ἀνδοκεία
ἀνδοκιάρχης
Ἀνδοκίδης
ἀνδραγαθέω
ἀνδραγάθημα
ἀνδραγαθία
ἀνδραγαθίζομαι
ἀνδραγαθικός
ἀνδράγρια
ἄνδραγχος
ἀνδράδελφος
View word page
ἀνδοκεία
guaranteed by
ShortDef
guaranteed by
Debugging
Headword:
ἀνδοκεία
Headword (normalized):
ἀνδοκεία
Headword (normalized/stripped):
ανδοκεια
IDX:
6831
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:short-def-6832
Key:
Data
{'content': 'guaranteed by'}